Το όνειρο του Δημοσίου…

Tου Γιωργου Π. Τερζη. Από την Καθημερινή (27/10).

«Ζητούνται πτυχιούχοι ΑΕΙ και ΤΕΙ για θέσεις γραμματειακής υποστήριξης από μεγάλη ελληνική επιχείρηση. Διάρκεια σύμβασης 6 έως 18 μήνες, ανάλογα με τη θέση. Μηνιαίες καθαρές αποδοχές 610 ευρώ. Επιδόματα αδείας και δώρα, όπως επίσης και εισφορές για σύνταξη δεν καταβάλλονται».

Αλήθεια, εσείς θα απαντούσατε στην παραπάνω αγγελία; Ενδεχομένως ναι, αν η αμέσως επόμενη επιλογή σας ήταν η ανεργία. Και πάλι, όμως, πιθανότατα θα ήταν μία επιλογή προσωρινή, το «μη χείρον» έναντι της ανεργίας. Ομολογώ ότι αδυνατώ να φανταστώ ότι ένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα που απασχολείτο υπό αυτές τις συνθήκες δεν θα έψαχνε να βρει κάποια άλλη θέση. Και ενδεχομένως θα πρέπει να ήταν σε πολύ δεινή κατάσταση αν με την ολοκλήρωση αυτή της «πλουσιοπάροχης» σύμβασης (που δεν πληρώνει ούτε καν τον βασικό μισθό, δεν παρέχει ασφαλιστική κάλυψη, δώρα κ. λπ.) επιζητούσε την ανανέωσή της.

Η αγγελία είναι φανταστική. Εχει όμως απόλυτη σχέση με την πραγματικότητα. Γιατί αυτό ακριβώς είναι που «πουλούσε» στους άνεργους νέους μέσω των προγραμμάτων Stage ο ΟΑΕΔ και οι εκάστοτε κυβερνήσεις.

Ακούγοντας, αυτές τις ημέρες, τους (περισσότερο ή λιγότερο) νέους «σταζιέρς» να διαμαρτύρονται για την, ομολογουμένως σκληρή, απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει το πρόγραμμα για το Δημόσιο, δεν μπορώ παρά να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν διαμαρτύρονται μόνον για τα περίπου 600 ευρώ τον μήνα που χάνουν. Διαμαρτύρονται, κυρίως, για την απώλεια του ονείρου που καλλιεργούσαν, ότι, δηλαδή, θα είναι η επόμενη φουρνιά μονιμοποιήσεων στο Δημόσιο!

Αυτή η προσδοκία, της εξασφάλισης στο Δημόσιο, είναι και η μόνη λογική εξήγηση πίσω από την, κατά τα άλλα, παράλογη απόφαση των χιλιάδων αυτών νέων πτυχιούχων να επιμένουν να εργάζονται (σ. σ. και μάλιστα να διεκδικούν ανανέωση των συμβάσεων αυτών) υπό αυτούς τους όρους. Οροι που υπολείπονται ακόμη και όσων προβλέπει η συλλογική σύμβαση εργασίας για τον ανειδίκευτο εργάτη.

Ας βάλουμε τα πράγματα, λοιπόν, σε μία σειρά. Κάποιοι χιλιάδες συμπολίτες μας -ενδεχομένως απογοητευμένοι από την κατάσταση στην αγορά εργασίας, ενδεχομένως με το κίνητρο της «σιγουριάς»  που προσφέρει το Δημόσιο- επιδίωξαν να βάλουν το πόδι τους στις δημόσιες υπηρεσίες. Ουδέν μεμπτό, να εργαστούν πήγαν οι άνθρωποι, όχι να κλέψουν.

Το πρόβλημα αρχίζει από εδώ και πέρα. Για την… είσοδο στο Δημόσιο βοήθησαν τα μάλλα κάποια γαλάζια πολιτικά γραφεία. Ωστόσο, η «εξυπηρέτηση» δεν περιορίστηκε στην εξασφάλιση μιας προσωρινής θέσης, που θα ήταν ένα μικρό, σχεδόν αθώο, δείγμα νεοελληνικού ρουσφετιού. Γρήγορα μετατράπηκε σε όργανο εκβιασμού των ίδιων των εξυπηρετουμένων. Οι πληροφορίες για «κινητοποίηση» των «σταζιέρς» ώστε να γεμίσουν οι «γαλάζιες» πλατείες (σ. σ. θα μπορούσαν να είναι και «πράσινες») που έρχονταν στα δημοσιογραφικά γραφεία όλο το προηγούμενο διάστημα, χωρίς ωστόσο κάποιος (σ. σ. προφανές το γιατί) να «βγαίνει δημοσίως» να τις επιβεβαιώσει, είναι το πιο απλό παράδειγμα εργαλειοποίησης των νέων αυτών.

Το χειρότερο είναι το εμπόριο ελπίδας, που γινόταν μέσα από τα πολιτικά γραφεία. Η ελπίδα της μονιμοποίησης που τροφοδοτούνταν αρμοδίως, καίτοι η νομοθεσία της ίδιας της κυβέρνησης (σ. σ. του κ. Π. Παυλόπουλου από το 2004) ρητά απαγόρευε κάτι τέτοιο. Ο βαθμός ευθύνης της απελθούσας κυβέρνησης γι’ αυτό το εμπόριο ελπίδων (σ. σ. όπως και παλαιότερα του ΠΑΣΟΚ για τους «συμβασιούχους») είναι αναμφισβήτητη. Αποδεκνύεται όχι μόνον από τις αντιδράσεις κάποιων στελεχών της που ζητούν μονιμοποίηση των «σταζιέρς» και προσφέρουν νομική υποστήριξη. Επιβεβαιώνεται από την επίσημη ανακοίνωση της Νέας Δημοκρατίας που, μεταξύ των γραμμών, υπενθυμίζει ότι διαφορετικά έπραξε η ίδια με τους χιλιάδες συμβασιούχους που παρέλαβε από το ΠΑΣΟΚ. Χθες, δε, κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι οδηγεί τους νέους αυτούς στον… «εργασιακό μεσαίωνα», ως αν οι όροι απασχόλησής τους μέχρι τώρα ήταν ιδανικοί!

Και προς αποφυγή σχολίων για τους «δημοσιογράφους που αρέσκονται στην εύκολη κριτική», ο κλάδος μας βρίθει ελαστικών σχέσεων εργασίας. Ο υπογράφων «δοκιμάστηκε» επί διετία αμισθί…

4 Σχόλια

  1. Επειδή θεωρώ απολύτως αδιέξοδη την αιώνια επανάληψη του πασίγνωστου πλέον μοιρολογιού περί του εμπορίου ελπίδας και ψήφων που διεξάγεται στην αγορά των stage, προτείνω ο προοδευτισμός μας, ως βολεμένων διανοουμένων, να κατευθυνθεί προς περισσότερο έντιμες, κατά τη γνώμη μου, προσεγγίσεις.
    Έχω τη γνώμη ότι η συζήτηση για τα stage, αν πρόκειται να είναι κάτι άλλο εκτός από μια ακόμη ευκαιρία για επίδειξη πατερναλιστικού ανθρωπισμού και κοινωνικής ευαισθησίας, οφείλει να θέσει ανοιχτά το ζήτημα της συναίνεσης των εκμεταλλευομένων στην εκμετάλλευσή τους. Μ’ άλλα λόγια, είναι αναγκαίο να ξανασυζητήσουμε για το πρόβλημα των αντικειμενικών όρων και συνθηκών της εθελοδουλείας.
    Έτσι, προτείνω να ασχολούμαστε λιγότερο με τις ελπίδες των «παιδιών» για πρόσληψη στο Δημόσιο και περισσότερο με το μετασχηματισμό των αγορών εργασίας και της ταξικής δομής της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.
    Αλήθεια, γιατί σιωπούμε τόσο εκκωφαντικά για την άνευ προηγουμένου όξυνση της εκμετάλλευσης μέσω της μερικής απασχόλησης, της ενοικιαζόμενης εργασίας, της κατάργησης του οκταώρου, της καταλήστευσης και εξαπάτησης των μισθωτών με «μπλοκάκι», της κρατικά υποστηριζόμενης εισφοροδιαφυγής, της αποδόμησης των ασφαλιστικών συστημάτων, της ληστρικής επέκτασης των ορίων συνταξιοδότησης… Εδώ άλλωστε δε θα καταλήξουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τα «παιδιά»?
    Γιατί σιωπούμε για τους ωρομίσθιους του εκπαιδευτικού συστήματος, τους απλήρωτους ωρομίσθιους του κατάπτυστου ΙΔΕΚΕ, τους 407ρηδες συμβασιούχους του δημόσιου κατά τα άλλα Παν/μίου, τους μερικώς απασχολούμενους και μερικώς επιβιώνοντες, τους ενοικιαζόμενους εργαζόμενους σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τους σαρανταπεντάρηδες και πενηντάρηδες απολυμένους του ιδιωτικού τομέα…
    Μήπως γιατί όλοι αυτοί δεν έλαβαν καμία «υποσχετική» τακτοποίησης?
    Αν είναι έτσι, τότε πρέπει να παραδεχτούμε ότι το μόνο που μας απασχολεί ως προοδευτικούς διανοούμενους είναι το να είμαστε εμείς (και όχι π.χ. οι πολιτικοί) αυτοί που θα προσδιορίσουν το ποια τμήματα της μεσαίας τάξης και με ποιες διαδικασίες θα αναπαραχθούν κοινωνικά μέσα από τους πόρους του δημοσίου. Πράγμα που σημαίνει ότι επιφυλάσσουμε για τον εαυτό μας το προνόμιο να αποφασίζει για το πότε και για ποιους μορφωμένους μισθωτούς της μεσαίας τάξης η άγρια εκμετάλλευση δεν πρέπει να οδηγήσει εντέλει σε καθοδική κοινωνική κινητικότητα (δηλ. προλεταριοποίηση), αλλά στην ταξική αναπαραγωγή, αφού πληρωθεί πρώτα το αναγκαίο τίμημα σε απλήρωτη εργασία και πολιτική υποταγή.
    Εν κατακλείδι, δεν αρκεί κάποιος να έχει «δοκιμαστεί» αμισθί για να έχει συγκροτημένη θέση για το πρόβλημα. Αυτό που περισσότερη έχουμε ανάγκη σήμερα είναι λιγότερη κλάψα και περισσότερη κοινωνικο-πολιτική γνώση και δράση. Και δυστυχώς αυτό το έλλειμμα δεν μπορεί να καλυφθεί με κανένα δανεισμό, όποιο κι αν είναι το spread μας ως διαχειριστών των κοινωνικών αναπαραστάσεων.

  2. Με αυτά που γράφεις, συμφωνεί το δοκίμιο «τάξη, αταξία κι ανάταξη»:

    » … όλο και πιο πολύ, εργασία θα υπάρχει μόνο για τους πολύτιμους και τους φτηνούς. Για τους λίγους που είναι πολύ ειδικευμένοι και περιζήτητοι. Και για τους πολλούς που παρακαλάνε, «εκμεταλλεύσου με και δίνε ό,τι έχεις ευχαρίστηση».»

    Απο το
    http://anataxis.wordpress.com/3anataxi/iiia-stoxoi/

  3. έχεις δίκιο. Αυτό είναι κεντρικό αποτέλεσμα της στρατηγικής της ελαστικοποίησης της εργασίας. Το τραγικό είναι ότι αντί να απαιτούμε την αναδιανομή του πλούτου, της εργασίας και του χρόνου, εμείς ακόμη ασχολούμαστε με το ποιοι έχουν δικαίωμα στη σιγουριά του δημοσίου. Όσο για τους υπόλοιπους…

  4. Το να ζητάμε αναδιανομή της «πίτας» είναι ασχολία με τα συμπτώματα. Το θέμα είναι να δούμε πώς δημιουργείται η «πίτα». Εδώ λειτουργεί μια τραγική διαδικασία. Αντιγράφω απο τη σελίδα http://anataxis.wordpress.com/3anataxi/iiia-stoxoi/

    «Έτσι απο τη μια πλευρά η μέγγενη φουσκώνει τα «θέλω» και από την άλλη μειώνει τα «μπορώ» των ανθρώπων. Αυτή την τραγική ασυνέπεια, την παράγει μια τετράγωνη λογική: αν όλα τα προϊόντα που κατασκευάζονται σήμερα χρειάζονται 100 μεροκάματα, πρέπει αύριο να φτιάχνουν περισσότερα, αλλά με 80 μεροκάματα. Αυτό είναι λογικό για την κάθε επιχείρηση αλλά είναι παράλογο για την οικονομία: πώς πιέζεις ταυτόχρονα για να ερεθίζεις τη ζήτηση και να μειώνεις το εισόδημα; Να τραβάς το ίδιο πρόσωπο ως πελάτη και να το διώχνεις ως εργαζόμενο; Μια τέτοια παράλογη λογική είναι σαν τα σχέδια του χαράκτη Έσερ (Escher). Δείχνουν ανέφικτα χτίσματα κι αυλάκια με νερό που τρέχει προς τα πάνω· αλλά αν κοιτάξεις το κάθε επιμέρους στοιχείο, θα δεις πως είναι σωστό.

    Γι’αυτό, είναι λάθος ν’αφήνουμε αυτή την κατάσταση να τη ρυθμίζει η «ελεύθερη αγορά», διότι έτσι πάμε, με βεβαιότητα, προς μαζικά κινήματα απόγνωσης – δηλαδή φασισμούς – και σε πολέμους.»

Σχολιάστε